Αρνητές εμβολιασμού: μια μακρόχρονη ιστορία της ανθρωπότητας
Στη μακρόχρονη ιστορία της ανθρωπότητας, η οποία συχνά σημαδεύτηκε από πανδημίες και επιδημίες, η πρακτική του εμβολιασμού συνάντησε σθεναρές αντιστάσεις. Τα πιο διαδεδομένα επιχειρήματα κατά του εμβολιασμού προέρχονταν (και προέρχονται) κυρίως από τους κόλπους της εκκλησίας.
Σύμφωνα με αυτά, ο εμβολιασμός αποτελεί μια ανίερη πράξη σε κατάφωρη αντίθεση προς το θείο θέλημα, αφού ένα κατασκευασμένο τεχνητά σκεύασμα-δηλητήριο εισέρχεται στο ανθρώπινο σώμα δυνάμενο θεωρητικά να προκαλέσει χειρότερες ασθένειες από εκείνες που προκαλεί η φύση.
Όταν ο εμβολιασμός πρωτοεμφανίζεται, τόσο η καθολική όσο και η προτεσταντική εκκλησία αποφεύγουν να πάρουν σαφή θέση. Ο Γιανσενιστής γιατρός Philippe Ηecquet (1661-1737) καταδικάζει κατηγορηματικά την πρακτική του εμβολιασμού υπερασπιζόμενος την τελειότητα του ανθρώπινου είδους ως προϊόντος θεϊκής προέλευσης. Θεωρεί, άλλωστε, τη μεταδοτική ασθένεια της ευλογιάς «έργο σοφίας» της φύσης απέναντι στο «τυχαίο» γεγονός του θανάτου από το εμβόλιο που δεν είναι παρά μια τεχνητή ευλογιά. Η ευλογιά –το λέει άλλωστε και η λέξη στα ελληνικά– είναι μια ουρανόσταλτη ευλογία.
Οι κυρίαρχες κοινωνικές αναπαραστάσεις της εποχής θέλουν, επίσης, οι πόνοι και οι βάσανοι του φυσικού θανάτου να είναι προτιμότεροι έναντι των τεχνητών παρεμβάσεων, ενώ η ηθική καταδικάζει τον πλουτισμό των γιατρών οι οποίοι σπεύδουν να εμβολιάσουν πλούσιους και κοσμικούς. Υπάρχουν όμως και ιερείς (πάστορες) οι οποίοι πιστεύουν ότι ο άνθρωπος έχει δικαίωμα στη λογική και τη γνώση για να αποκρυπτογραφήσει και να κατανοήσει τον κόσμο υπολογίζοντας, για παράδειγμα, τις πιθανότητες κινδύνου για τη ζωή του και αναλαμβάνοντας την ανάλογη ευθύνη.
Όταν η πρακτική του εμβολιασμού επιχειρεί την εξάπλωσή της στις εξωτικές αποικίες των μεγάλων δυτικών χωρών, προσκρούει στα τείχη τοπικών θρησκευτικών μύθων και αναπαραστάσεων. Στη Βρετανική Ινδία, για παράδειγμα, ο εμβολιασμός κατά της ευλογιάς καλείται να αντιμετωπίσει τα προνόμια της θεάς Shitala, της μόνης ικανής «ειδικού» να διασπείρει ή να εξαφανίσει την ευλογιά. Στη Γαλλοκρατούμενη Αλγερία μουσουλμάνοι επικαλούνται τη μοιρολατρία του Κορανίου, ενώ άλλοι φοβούνται τη μετάλλαξή τους σε Χριστιανούς ή τη στείρωση. Στη Βρετανία διάφοροι επικριτές του επινοητή του εμβολιασμού Edward Jenner (1749-1823) επικαλούνται τη θεραπευτική δύναμη της Μητέρας - Φύσης την οποία διαθέτει κάθε άνθρωπος με τη γέννησή του. Στις αρχές του 20ού αιώνα, πολλοί γιατροί ασπαζόμενοι τον χριστιανισμό και τον αποκρυφισμό θεωρούν τον εμβολιασμό «μόλυνση» του αίματος και την ασθένεια τιμωρία ή/και ανταμοιβή για την αταξία που οι άνθρωποι επιφέρουν στη θεϊκή τάξη πραγμάτων.
«Θρησκευτική ασυμβατότητα» με τον εμβολιασμό
Στον 21ο αιώνα η επέλαση του covid-19 φαίνεται να απελευθερώνει τη δυναμική των εσωτερικευμένων θρησκευτικών αναπαραστάσεων του παρελθόντος κατά του εμβολιασμού οι οποίες επανακάμπτουν σε ολόκληρο τον πλανήτη ανεξαρτήτως θρησκευτικού δόγματος. Σε μια πρόσφατη έρευνα του London School of Hygiene, σε 65 χώρες το 15% των πολιτών (μέσος όρος) που ερωτήθηκαν δηλώνουν ότι υπάρχει «θρησκευτική ασυμβατότητα» με τον εμβολιασμό.
Αυτή η θρησκευτική ασυμβατότητα χρησιμοποιείται ως κύριο επιχείρημα σε ορισμένες πολιτείες των ΗΠΑ από ορισμένους γονείς για απαλλαγή των παιδιών τους από τους υποχρεωτικούς σχολικούς εμβολιασμούς. Μολονότι επίσημα κανένα θρησκευτικό δόγμα δεν αυτοπροσδιορίζεται ως αρνητικό στους εμβολιασμούς, σε όλες τις θρησκευτικές τάσεις παρατηρούνται ακραίες αντιθέσεις ανάμεσα σε φονταμενταλιστές και μετριοπαθείς θρησκευόμενους. Έτσι, οι χασιδιστές εβραίοι Εβραίοι του Μπρούκλιν θεωρούνται υπεύθυνοι για την αναζωπύρωση της ιλαράς στη Νέα Υόρκη την άνοιξη του 2019 η οποία ανάγκασε τον δήμαρχο Bill de Blasio να κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τον περιορισμό της επιδημίας. Κάτι ανάλογο συνέβη στην Ολλανδία και στη Γαλλία την περίοδο 2008-2015.
Άλλες πάλι συντηρητικές χριστιανικές κοινότητες, όπως το αμερικάνικο «Συμβούλιο Οικογενειακής Έρευνας», καταδίκασαν τον εμβολιασμό κατά του ιού των θηλωμάτων με το επιχείρημα ότι προκαλεί καταστολή της σεξουαλικής επιθυμίας, φαινόμενο που είχε παρατηρηθεί και κατά τον 19ο αιώνα με τη σύφιλη. Η σχετική διεθνής βιβλιογραφία είναι γεμάτη από ανάλογα παραδείγματα άρνησης των εμβολιασμών για την ιλαρά, την παρωτίτιδα, τη μηνιγγίτιδα, την πολιομυελίτιδα, ακόμη και για τη γρίπη.
Το «έγκλημα» του εμβολιασμού στη σύγχρονη εποχή
Η σύγχρονη εποχή δεν φαίνεται να επιμένει σε μια άκαμπτη μονοσήμαντη άποψη για τον εμβολιασμό ή να επικαλείται παντού και πάντα τα παραδοσιακά θρησκευτικά επιχειρήματα. Το νέο έδαφος στο οποίο ανθίζουν οι εμμονικές αρνητικές στάσεις απέναντι στον εμβολιασμό είναι εκείνο της ατομικής ελευθερίας και αυτοδιάθεσης του ανθρώπινου σώματος, όπως και της μετάλλαξης του DNA μέσω της νέας τεχνολογικής σύστασης των εμβολίων. Πολλά, κυρίως συντηρητικά θρησκευτικά και ακροδεξιά κόμματα και κινήματα, εμπλουτίζουν τα τελευταία χρόνια την εκλογική τους εκστρατεία με το ιδεολόγημα της «ατομικής ευθύνης» και της αυτοδιάθεσης του σώματος, κάτι το οποίο παραδόξως αρνούνται για τις αμβλώσεις. Έχει ενδιαφέρον ότι σε αυτά τα κινήματα προστίθενται και αρκετές οικολογικές κινήσεις. Το κίνημα Europe Écologie- Les Verts είχε σχεδιάσει να προσκαλέσει στις Βρυξέλλες τον Φεβρουάριο του 2017 τον ακτιβιστή πρώην Φυσικό Andrew Wakefield, δημιουργό της ταινίας «Vaxxed: from Cover-Up to Catastrophe» (2016) που υποστηρίζει ότι το τριπλό εμβόλιο MMR ενοχοποιείται για τον αυτισμό (ο ίδιος αναγκάστηκε τελικά να εγκαταλείψει το Ηνωμένο Βασίλειο και να εγκατασταθεί στις ΗΠΑ).
Φυσική/τεχνητή ασθένεια
Πολυάριθμες είναι πλέον οι έρευνες για την άρνηση εμβολιασμού κατά της covid-19 που επιβεβαιώνουν την αναζωογόνηση της αντίθεσης φυσική/τεχνητή ασθένεια και ίαση. Πολλοί αρνητές εμπιστεύονται τυφλά την πορεία της ζωής τους στην καλή φύση ακόμη κι αν αυτή παράγει βακτήρια ή ιούς που προκαλούν μολυσματικές μεταδοτικές ασθένειες. Όπως μου έλεγε πρόσφατα ένας αρνητής: «εμείς είμαστε καλοί άνθρωποι και δεν κολλάμε». Άλλωστε τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερο η διατήρηση μιας καλής υγείας ανάγεται σε ζήτημα σωστής διατροφής, εκπαίδευσης και υγιεινής, ενώ η οικογένεια με πρωτεργάτρια τη γυναίκα-μητέρα καθίσταται υπεύθυνη για την ποιότητας ζωής σε αντίθεση με τις προτάσεις των υγειονομικών αρχών για τα εμβόλια και τη φαρμακολογία. Για ορισμένους γονείς η «φυσική» ανοσοποίηση είναι προτιμότερη της ενεργητικής ανοσοποίησης (εμβολιασμός). Για τούτο, σε ορισμένες περιπτώσεις, διοργανώνονται «πάρτι» με στόχο τη μετάδοση της ευλογιάς ή της ιλαράς η οποία εξακολουθεί να θεωρείται μια απλή παιδική ασθένεια ξεχνώντας πως έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να είναι πολύ σοβαρή. Κάτι ανάλογο θα μπορούσαμε να ανιχνεύσουμε ενδεχομένως ως υπόβαθρο στη διοργάνωση αυτών που (κακόηχα) αποκαλούμε «κορονοπάρτι» και βλέπουμε να παίρνουν ξέφρενες διαστάσεις τον τελευταίο χρόνο.
Το βασικό επιχείρημα σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις είναι μια δυνατή ζωοφόρος τάση-φορέας της κοινωνικής αναπαράστασης για την ικανότητα αυτοΐασης την οποία ο άνθρωπος μπορεί να αφυπνίσει με ομοιοπαθητικές ή χειροπρακτικές τεχνικές και άλλα «ανώδυνα» σκευάσματα ενδυνάμωσης του οργανισμού. Στόχος η αποκατάσταση της «ζωτικής ροής», της φυσικής ισορροπίας ή της «φυσιοπάθειας» η οποία προσφέρει ακόμη και πρωτόκολλα για την απαλλαγή από τον εμβολιασμό.
Έτσι, από την εποχή των πρωτοπόρων Jenner και Pasteur έως σήμερα, οι αρνητές ή επικριτές των εμβολίων διαθέτουν μια πλουσιότατη πανσπερμία ιδεών και αναπαραστάσεων ποικίλων προελεύσεων (π.χ. τα μικρόβια υπάρχουν παντού και η υγιεινή, όπως και διάφορες εναλλακτικές μορφές ιατρικής, είναι το κλειδί για την υγεία, κ.λπ.) την οποία χρησιμοποιούν για να ισχυροποιήσουν τον ακτιβισμό τους.
Κρατική παρέμβαση ή «ατομική ευθύνη»;
Εδώ που φτάσαμε είναι αδιαμφισβήτητο ότι οι ατομικές στάσεις και το επίπεδο γνώσης ή άγνοιας μιας κοινότητας ανθρώπων έχουν αντίκτυπο σε ολόκληρη την κοινωνία και αυτό φαίνεται να επιδρά δεσμευτικά στις κρατικές αποφάσεις για την προστασία της υγείας ατόμων και ομάδων, ιδιαίτερα των πιο ευάλωτων. Στο σημείο αυτό εμπλέκεται και το εξαιρετικά σύνθετο ζήτημα του υποχρεωτικού εμβολιασμού. Το Ηνωμένο Βασίλειο που το 1853 υιοθέτησε τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των παιδιών χρησιμοποιώντας ένα σύστημα προστίμων και κατασχέσεων, αντιμετώπισε σοβαρές καταγγελίες και δικαστικές εμπλοκές για ευθεία επίθεση στα δικαιώματα και τα σώματα των βρετανών πολιτών. Η υποχρεωτικότητα θεωρήθηκε πατερναλιστικός αυταρχισμός και παρεμβατισμός στην ατομική ελευθερία και το 1898 εγκαινιάστηκε η «ρήτρα συνείδησης» για τους απείθαρχους αρνητές γονείς, οι οποίοι μπορούσαν να ζητήσουν «πιστοποιητικό απαλλαγής» από έναν δικαστή. Η Γαλλία επέβαλε τον εμβολιασμό κατά της ευλογιάς πολύ αργότερα (1902), αλλά η πρακτική εφαρμογή του ξεκίνησε το 1918, ενώ χρειάστηκε να φτάσουμε στο 1950 για να γίνει υποχρεωτικό το εμβόλιο κατά της φυματίωσης. Με άλλα λόγια, η πολύτιμη διεθνής εμπειρία δείχνει ότι η όποια νομοθετική διευθέτηση προσλαμβάνεται συχνά ως έμμεση εφαρμογή της υποχρεωτικότητας οδηγώντας σε οργανωμένη αντίσταση, διαδηλώσεις, λαϊκές εξεγέρσεις, κ.λπ.
Η παράμετρος του διαδικτύου
Η νέα εποχή σημαδεμένη από την εξάπλωση της covid-19 δεν φαίνεται να διαφέρει και τόσο πολύ από τις προηγούμενες εποχές. Η πλέον ουσιώδης διαφορά σε σχέση με το παρελθόν είναι ότι η άρνηση οργανώνεται και διαδίδεται σήμερα μέσω του διαδικτύου και όχι σε αίθουσες συντεχνιών και σχολικές τάξεις. Άλλωστε, εδώ και αρκετά χρόνια, το διαδίκτυο έχει αποτελέσει πεδίο δόξης λαμπρό για ακατέργαστες «επιστημονικές» πληροφορίες με τη μορφή τεχνικών δημοσιεύσεων (συνήθως στην αγγλική γλώσσα) οι οποίες ασκούν μεγάλη επιρροή μέσω του δυναμικού μάρκετινγκ εικόνων, βίντεο, κ.ά. Συχνά, μάλιστα, συνοδεύονται από μαρτυρίες άγνωστων ατόμων τα οποία σπεύδουν να επαληθεύσουν το καλό που τους έκανε η μία ή η άλλη εφεύρεση.
Αν ψάξει κάποιος προσεκτικά θα διαπιστώσει ότι οι περισσότερες διαφημίσεις ή πληροφορίες ακολουθούν πανομοιότυπα την ίδια λογική της αλγοριθμικής διαδικτυακής αγοράς περιορίζοντας τη συγκρότηση των γνώσεών μας στη διαδικτυακή σφαίρα, εντείνοντας συχνά τον φόβο, τον πανικό, την αμφιβολία, την καθυστέρηση προσφυγής στον ειδικό γιατρό και τις αρχέγονες προκαταλήψεις μας για την ασθένεια, το σώμα, τη ζωή και τον θάνατο.
Παρά ταύτα φαίνεται ότι μπροστά στην ανασφάλεια της εποχής της διακινδύνευσης (Beck) προτιμούμε τη διαμεσολαβημένη συγκλονιστική μαρτυρία κάποιου τρίτου ή/και τα απλοϊκά συνωμοτικά σενάρια, στον βαθμό που αυτά ενισχύουν προϋπάρχουσες γνώμες ή εμπειρίες παρά τα σχετικοποιημένα δεδομένα που φέρουν τη δυσανάγνωστη σφραγίδα του «επιχειρήματος της εξουσίας» των επιστημόνων.
Καχυποψία απέναντι στις φαρμακευτικές εταιρείες
Αυτή η τάση ενισχύεται αναμφίβολα από τη μόνιμη, όχι πάντα άδικη, καχυποψία απέναντι στις μεγάλες πολυεθνικές ιατρικές και φαρμακευτικές εταιρείες και την αδιαμφισβήτητη πλέον εξάρτηση των ειδικών από αυτές. Δημιουργείται έτσι μια ολέθρια σύγχυση μεταξύ ρόλου και έργου ερευνητών, υγειονομικών αρχών (συμπεριλαμβανομένων των ενδιαφερομένων υπουργών) και φαρμακευτικών εργαστηρίων και βιομηχανιών (BigPharma, Novartis, Mediator, κ.ά.). H κοινότητα των «ειδικών» βρίσκεται έτσι αντιμέτωπη με την αμφισβήτηση και την απαξίωση μέρους της κοινωνίας πληρώνοντας, ενδεχομένως άδικα σε πολλές περιπτώσεις, το τίμημα των δικών της «αμαρτημάτων», για τα οποία πολλοί ειδικοί υιοθέτησαν την αρχή της «ομερτά» όταν θα έπρεπε να είχαν μιλήσει. Διότι δεν αποτελεί ψεύδος ούτε θεωρία συνωμοσίας ότι κορυφαίοι επιστήμονες ανά τον κόσμο αποκομίζουν τεράστια κέρδη, την ίδια στιγμή που οι ανισότητες στην υγεία μεταξύ των πολύ πλουσίων και των φτωχών αυξάνονται σκανδαλωδώς από την πώληση των εμβολίων και τον πολλαπλασιασμό των δόσεων.
Δημοκρατία στην υγεία
Αυτό το οποίο φαίνεται να μην καταλαβαίνουν οι κυβερνήσεις (ή να μην τις ενδιαφέρει) είναι το γεγονός ότι τα συγκεκριμένα οικονομικά οφέλη συνδέονται με την υγεία και όχι με την αγορά αυτοκινήτων ή κινητών τηλεφώνων και αυτό δεν είναι εύκολα αποδεκτό. Σε αυτό το ευρύτερο κοινωνιο-ψυχολογικό πλαίσιο η εμπιστοσύνη φαίνεται να κλονίζεται βαθειά και η ατομική ευθύνη να γίνεται «μπούμερανγκ» για εκείνους που την έκαναν δόγμα για τη σωτηρία του κόσμου.
Τώρα είναι ακόμη πιο δύσκολο οι άνθρωποι να πιστέψουν ή/και να οραματιστούν την πολυσυζητημένη δημοκρατία στην υγεία. Ανάμεσα σε δηλώσεις υπουργών υγείας σε διεθνές επίπεδο περί «μη συζήτησης» για την αναγκαιότητα του εμβολιασμού, παλινωδίες επιτροπών υγείας και αντιφάσεις των ειδικών, κοινότοπους βολικούς ατομικισμούς, αγοραίες αμφισβητήσεις της τεχνογνωσίας, ποικίλες θεωρίες συνωμοσίες, προσδοκίες εκλογικών κερδών, διαδικτυακές διαβουλεύσεις (αυτές είναι άλλωστε η θεραπεία της δημοκρατίας δια πάσα νόσο), το παιχνίδι μοιάζει να έχει χαθεί οριστικά. Όταν οι άνθρωποι φτάνουν στο σημείο να επιλέγουν την ανεργία έναντι του εμβολιασμού ή αρνούνται να στείλουν τα παιδιά τους στο σχολείο, η διχοτόμηση της κοινωνίας σε καλούς εμβολιασμένους και κακούς ανεμβολίαστους (τους οποίους από τη μία καταγγέλλουμε και από την άλλη χαϊδεύουμε εν όψει εκλογών) καθιστούν ολόκληρη την κοινωνία άρρωστη. Κι όταν μια κοινωνία νοσεί κοινωνικά και ψυχικά τότε ουδείς, εμβολιασμένος ή ανεμβολίαστος, μπορεί να νιώθει καλά.
Σύγχρονος δημοκρατικός τρόπος για τον εμβολιασμό
Το ερώτημα που προκύπτει, επομένως, είναι: υπάρχει στον 21ο αιώνα σύγχρονος δημοκρατικός τρόπος για τον αναγκαίο και αποτελεσματικό εμβολιασμό όλων των κοινωνικών ομάδων συμπεριλαμβανομένων προσφύγων και μεταναστών και ποιος μπορεί να είναι αυτός; Αυτό το δύσκολο αντικειμενικά ερώτημα δεν μπορεί να απαντηθεί χωρίς την ειλικρινή ανιδιοτελή συνδρομή των ειδικών της ιατρικής επιστήμης. Αλλά κι αν απαντηθεί επιστημονικά θα δυσκολευτεί να πείσει ευρύτερα τμήματα του πληθυσμού χωρίς να ανοίξει μια συζήτηση σε βάθος με όλες τις απόψεις στο τραπέζι. Μια συζήτηση χωρίς φόβο και πάθος ούτε με τα βλέμματα στραμμένα στις εκλογές. Ο εμβολιασμός δεν είναι κάτι απλό και ουδέποτε έγινε αποδεκτός ως ένα απλό τσίμπημα της αποστειρωμένης βελόνας. Πάντοτε συνοδεύτηκε από επιστημονικές, ψευδοεπιστημονικές, πολιτιστικές, κοινωνικές, θρησκευτικές και μυθικές αναπαραστάσεις που τον έκαναν «ειδικό κεφάλαιο» στην ιστορία της ανθρωπότητας και της ιατρικής. Αναζητώντας στοιχεία γι’ αυτό το θέμα ανακάλυψα πως αυτό το «ειδικό κεφάλαιο» απασχόλησε τελικά περισσότερο τους κοινωνιολόγους και τους κοινωνικούς ψυχολόγους. Για κακή μας όμως τύχη, στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας στον 21ο αιώνα η κοινωνιολογία και άλλες κοινωνικές επιστήμες έχουν ήδη σταλεί στο πυρ το εξώτερον. Κοινωνιολόγοι και κοινωνικοί ψυχολόγοι μπορούμε, επομένως, με την ησυχία μας να συνεχίσουμε τις πολύτιμες αναγνώσεις και έρευνές μας διεκδικώντας την επαγγελματική μας επιβίωσή από το να διηγούμαστε ιστορίες για μικρά παιδιά τις οποίες, άλλωστε, καμία εξουσία δεν είναι πρόθυμη να ακούσει. Ούτε σαν παραμύθι.
Ευχαριστώ θερμά τους γάλλους κοινωνιολόγους συναδέλφους μου για την υπόδειξη δύο εξαιρετικών βιβλίων σχετικών με το θέμα: Η. Βazin, «L’histoire des vaccinations», John Libbey Eurotext, Paris 2008 και P. Zylberman, «La guerre des vaccins» (French Edition) Paperback - June 10, 2020
*********************************
No comments:
Post a Comment